Φενέρμπαχτσε, Παναθηναϊκός, Ολυμπιακός και Μονακό βρίσκονται ήδη στην Ανατολή και πολύ σύντομα αναμένεται να μπουν στο παρκέ, διεκδικώντας το πολύτιμο τρόπαιο του πρωταθλητή Ευρώπης. Το Αμπού Ντάμπι υποδέχεται για πρώτη φορά στην ιστορία του την τελική φάση της EuroLeague, σε ένα Final 4 με πολλές ιδιαιτερότητες, τεράστιο ενδιαφέρον και έντονο ελληνικό χρώμα.
Στο τελευταίο μας podcast μιλήσαμε για πολλά αλλά από τη συζήτηση δεν θα μπορούσε να λείπει και το καλύτερο σημείο της κορυφαίας ευρωπαϊκής διοργάνωσης. Μέχρι να ξεκινήσουν τα ματς, προλαβαίνεις να μας ακούσεις (αφού πρώτα ολοκληρώσεις το άρθρο):
Παίζοντας μπάσκετ σε μια πόλη που… δεν παίζει μπάσκετ
Το Αμπού Ντάμπι μπορεί να μην είναι μια πόλη που έχει μπασκετική παράδοση, όμως φέτος καλείται να φιλοξενήσει ένα ανεπανάληπτο θέαμα. Τέσσερις ομάδες με έντονη μπασκετική ταυτότητα καταφθάνουν για να προσφέρουν στο κοινό της περιοχής μια μοναδική γιορτή, που… δύσκολα θα ξεχαστεί. Ας δούμε αναλυτικότερα τους δύο ημιτελικούς…
O deja vu ημιτελικός
Ένα πολύ ισορροπημένο ζευγάρι με μοιρασμένες πιθανότητες (50% – 50%) θα ανοίξει την αυλαία στο φετινό φάιναλ φορ. Ο πρώτος ημιτελικός θα έχει άρωμα… ντε ζα βου: Φενέρμπαχτσε – Παναθηναϊκός. Οι δύο ομάδες βρέθηκαν αντιμέτωπες και στο περσινό φάιναλ φορ με τον Παναθηναϊκό να έχει τότε το πάνω χέρι. Φέτος, πάντως, οι δύο ομάδες δεν είναι ακριβώς οι ίδιες, με τα δεδομένα να είναι σαφώς πιο ρευστά.

Μια συγκριτική ανάλυση των ομαδικών στατιστικών (μέσοι όροι) επαληθεύει την ισορροπία μεταξύ των δύο ομάδων. Με μια σχετικά κοντινή διαφορά ανάμεσα στο σκοράρισμα, – 87.3 ο ΠΑΟ, 83.8 η Φενέρ – είναι γεγονός πως όλα θα κριθούν στην άμυνα. Και η αλήθεια είναι πως ο Παναθηναϊκός είχε στιγμές τη φετινή σεζόν ειδικά στα πλέι οφ με την Εφές, που χαλάρωσε υπερβολικά και παραλίγο να το πληρώσει (έχανε διαφορές μέχρι και 20 πόντων). Κάτι τέτοιο, σε ένα φάιναλ φορ, δεν συγχωρείται από τον αντίπαλο.

Ένα ακόμη κομβικό σημείο για την εξέλιξη του ημιτελικού ακούει στο όνομα Κέντρικ Ναν. Η επιλογή αντιμετώπισής του από τον Σάρας, σε συνδυασμό με την ψυχραιμία του Αμερικανού, θα παίξουν καθοριστικό ρόλο. Ο Μπάνκι, στη σειρά των πλέι οφ, ήταν σαν να έλεγε στους παίκτες του “ότι κι αν γίνει, όχι από τον Ναν”. Επέλεξε να του στείλει double, ακόμη και triple-team σε αρκετές φάσεις, προσπαθώντας να του κόψει τον ρυθμό. Το σχέδιο αυτό, όμως, δεν απέδωσε: οι «πράσινοι» είναι στο Final 4 και η Εφές… παρακολουθεί από τον καναπέ. Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει πως είναι μια τακτική που αποκλείεται να χρησιμοποιήσει ο Γιασικεβίτσιους. Το αντίθετο θα έλεγα. Σε αυτή την περίπτωση, ο Ναν θα πρέπει να είναι έτοιμος. Θα πρέπει να διατηρήσει την ψυχραιμία του, να διαβάσει σωστά την αντίπαλη άμυνα και να βρει τον ελεύθερο συμπαίκτη.
Ο επιβάλων τον ρυθμό… κερδίζει
Ένα ακόμα ισορροπημένο ζευγάρι μεταξύ Ολυμπιακού και Μονακό. Οι “ερυθρόλευκοι” έχουν, κατά την άποψή μου, ένα ελάχιστο πλεονέκτημα έναντι των Μονεγάσκων. Κι εδώ, ωστόσο, τα δεδομένα είναι ρευστά… οι παίκτες του Μπαρτζώκα θέλουν να σπάσουν την “κατάρα” της πρώτης θέσης, ενώ εκείνοι του Σπανούλη να γράψουν ιστορία, σηκώνοντας το πρώτο ευρωπαϊκό της ομάδας.

Μια συγκριτική ανάλυση των ομαδικών στατιστικών (μέσοι όροι) δείχνει την αθλητικότητα της Μονακό και την ομαδικότητα του Ολυμπιακού. Οι Πειραιώτες μετρούν 20,9 ασίστ ανά αγώνα, δείγμα του σετ παιχνιδιού τους με έμφαση στην υπομονή και την καλή κυκλοφορία της μπάλας. Από την άλλη, η Μονακό με 19 ασίστ κατά μέσο όρο είναι ομάδα που αρέσκεται να τρέχει στο ανοιχτό γήπεδο.
Λόγω του διαφορετικού τρόπου παιχνιδιού, είναι κρίσιμο το ποιος θα επιβάλει τον ρυθμό του. Ο Ολυμπιακός θέλει τον έλεγχο, ενώ η Μονακό θα κυνηγήσει καταστάσεις τρανζίσιον.

Σε ατομικό επίπεδο, ο Μάικ Τζέιμς είναι το μεγάλο «όπλο» της Μονακό. Στα ματς της κανονικής περιόδου, οι Πειραιώτες του έκλεισαν τον δρόμο προς το καλάθι, ειδικά στα pull-up σουτ, αναγκάζοντάς τον να παίξει περισσότερο δημιουργικά — κάτι που φαίνεται και στις 12 ασίστ που έβγαλε κατά μέσο όρο. Ωστόσο, τώρα στον ημιτελικό ίσως χρειαστεί να αλλάξουν στρατηγική. Να του δώσουν λίγο περισσότερη ελευθερία στην εκτέλεση, με σκοπό να τον παγιδεύσουν πιο “έξυπνα” όταν θα επιχειρήσει να οργανώσει το παιχνίδι. Με αυτόν τον τρόπο, ο Ολυμπιακός μπορεί να μειώσει περισσότερο αποτελεσματικά τη συνολική του επιρροή στο παρκέ.
Γιατί αυτοί οι δύο;
Τις τελευταίες μέρες έχετε ακούσει και διαβάσει πολλά για το επερχόμενο Final-4 – αναλύσεις, απόψεις, προβλέψεις κ.λπ. Στο συγκεκριμένο άρθρο, αφού ρίξαμε μια ματιά στη γενική εικόνα των αναμετρήσεων, επέλεξα να εστιάσω σε δύο παίκτες-κλειδιά: τον Κέντρικ Ναν και τον Μάικ Τζέιμς.
Η επιλογή αυτή δεν είναι τυχαία. Το παιχνίδι του Παναθηναϊκού επηρεάζεται και στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στον MVP του. Ο Ναν είναι ο παίκτης που, ανάλογα με την άμυνα πάνω του και τις αποφάσεις που θα πάρει, μπορεί να διαμορφώσει καθοριστικά το τελικό σκορ. Ουσιαστικά, δηλαδή, τα φώτα πέφτουν πάνω στην αμυντική προσέγγιση της Φενέρ και στο “μυαλό” του Ναν. Aπό πλευράς των Τούρκων, η απουσία του Σκότι Γουίλμπεκιν λόγω ρήξης χιαστού αφήνει τη Φενέρ χωρίς ένα καθαρό “game-changer” στην επίθεση. Βεβαίως, οι ΜακΚόλουμ και Μπάλντουιν είναι αξιόλογες μονάδες, μαζί με τον Χέιζ-Ντέιβις, που φέτος είναι ίσως ο πιο συνεπής εκτελεστής της ομάδας και σε εξαιρετική φόρμα. Ωστόσο, κανείς τους δεν κουβαλάει μόνος του το βάρος της δημιουργίας ή της ανάληψης κρίσιμων αποφάσεων στον βαθμό που το έκανε ο Γουίλμπεκιν.
Από την άλλη, επέλεξα να σταθώ στον Μάικ Τζέιμς αντί σε κάποιον παίκτη του Ολυμπιακού. Ο Αμερικανός γκαρντ, αρχηγός της Μονακό, είναι η απόλυτη επιρροή στο παιχνίδι της ομάδας του — σε έναν ρόλο παρόμοιο με εκείνον του Ναν, αν και με διαφορετικό αγωνιστικό αποτύπωμα. Αντίθετα, ο Ολυμπιακός βασίζεται περισσότερο στη ομαδική του λειτουργία και έχει πληθώρα ποιοτικών λύσεων όπως οι Φουρνιέ, Βεζένκοφ, Φαλ, Μιλουτίνοφ, Γουόκαπ, Πίτερς και άλλοι. Η δυναμική του είναι περισσότερο ομαδική, κι όχι τόσο προσωποκεντρική.